Σύγχρονα "Χριστιανικά" έθιμα που συνδέονται με την Διονυσιακή θρησκεία και την Αρχαία θρησκεία

Σύγχρονα "Χριστιανικά" έθιμα που συνδέονται με την Διονυσιακή θρησκεία και την Αρχαία Ελλάδα

Συγγραφή: Ευάγγελος Δ. Κεπενές (Μάρτιος 16, 2024, 10:12 μ.μ.)

 


Παρά τους απηνείς διωγμούς του Ελληνικού πνεύματος και τις, για αιώνες, ανθρωποσφαγές των αλλόθρησκων από την νέα ρωμαϊκή συγκρητιστική θρησκεία «Χριστιανισμός», οι Διονυσιακές και άλλες παγανιστικές εορτές και έθιμα, εξακολουθούν να τελούνται στους ίδιους χώρους και κατά τις ίδιες ημερομηνίες, με τις εορτές του φαλλού και του κρασιού, τις πανηγύρεις των διαφόρων αγίων, τις λειψανολατρίες, τις αποκριάτικες εορτές, και το θρησκευτικό ειδωλολατρικό «Χριστιανικό» εορτολόγιο.

 

Το τελευταίο μιμείται το αρχαίο ειδωλολατρικό εορτολόγιο και την ελιτιστική ορφική ιδεολογία της διαφώτισης, των ανθρώπων που δεν γνωρίζουν, μέσω της ποίησης, των θεατρικών δρώμενων και των φιεστών, που απευθύνονται μόνο στο συναίσθημα και την ευχαρίστηση του κοινού τους, ξεγελώντας έτσι την πνευματική φτώχεια των συμμετεχόντων και ενισχύοντας την οικονομική ανάπτυξη των τόπων τέλεσης τους.

 

Ας δούμε μερικά:

Αποκρεά

 Σημαίνει την αποχή από το κρέας (από-κρεώ). Κάποιοι υποστηρίζουν ως συνώνυμο της λέξης Αποκριά την λέξη Καρναβάλι (Carnival) ως προερχόμενη από το λατινικό carnem levare (αποχή από το κρέας). Στην ουσία η λέξη προέρχεται από τις ρίζες «Κάρνα = Σάρκα» και τη λέξη «Βάαλ» που ήταν αρχαίος θεός και του αποδίδονταν θυσίες σάρκας και ειδωλολατρικές τελετές σε εποχές προ Χριστού.

 

Οι ρίζες των εκδηλώσεων αυτών βρίσκονται στην αρχαία Ελλάδα, με ευρύ φάσμα παμπάλαιων διονυσιακών εθίμων «Ανθεστήρια» και «η Καθαρά Δευτέρα» Πηγή έμπνευσης για το καρναβάλι, ήταν οι διονυσιακές πομπές που κατευθύνονταν στον τόπο λατρείας των Διονυσιακών Μυστηρίων. Το πιο γνωστό στην Ελλάδα είναι το καρναβάλι της Πάτρας.

 

Τα Αναστενάρια 

Εορτάζεται κάθε χρόνο 21 Μαΐου, στην βόρεια Ελλάδα όπου γίνεται και ζωοθυσία και στο τέλος πυροβατούν, χωρίς να καίγονται, με διεσταλμένες κόρες, κρατώντας την εικόνα του Κωνσταντίνου και Ελένης ή το Ευαγγέλιο. Ο Ευριπίδης αναφέρει για τις Μαινάδες ότι στους εκστατικούς χορούς τους έπαιρναν φωτιά τα μαλλιά τους χωρίς αυτές να καίγονται (Βάκχες 757).

 

Ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Γιώργος Στάμκος αναφέρει «Προφανώς η καταγωγή αυτού του παράξενου εθίμου είναι παγανιστική και ανάγεται σε εποχές πολύ πριν την έλευση του χριστιανισμού. Με μια πρώτη ανάγνωση τα αναστενάρια αποτελούν συνονθύλευμα αρχαίων θρακικών, ελληνικών, διονυσιακών, ορφικών, αιρετικών (παυλικιανικών και βογομιλικών) και χριστιανικών στοιχείων. Η πυροβασία, βασικό στοιχείο του τελετουργικού, είναι ένα πανάρχαιο τυπικό κάθαρσης, θεραπείας και ιερουργίας, στενά συνδεδεμένη με τα μυστήρια και τη λατρεία του θεϊκού (Προμηθεϊκού) πυρός. Βέβαια η πυροβασία είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και συναντάται, εκτός από την Ελλάδα, στη Βουλγαρία, στην Ινδία, στην Ινδονησία, ακόμη και στα νησιά Φίτζι, αντιπροσωπεύοντας παντού την προσπάθεια της επιβολής και κυριαρχίας του νου πάνω στην ύλη.»

 

Τα έθιμα του Δωδεκαήμερου (25 Δεκ. – 5 Ιαν.)

Αναβιώνουν σε διάφορα μέρη τα: Μπαμπούγερα στις Σέρρες (έχουν πολλές ομοιότητες με τους φαλλοφόρους «Σειληνούς»), Αράπηδες ή Χαράπηδες, Μωρόγεροι, Καμήλα, Τσάρος, Σύγια, Τσέτα, Γουρουνοχαρά, όλα έθιμα με διονυσιακό υπόβαθρο.

 

Μπουρανί η γιορτή του φαλλού 

Τελείται στον Τύρναβο. Εκτός από την «φαλλοφορία» που ήταν εορταστική, τελετουργική πομπή προς τιμήν του θεού Διονύσου με οργιαστικό χαρακτήρα, κατά την οποία «περιήγετο φαλλός ως σύμβολον της παραγωγικής δυνάμεως της φύσεως» οι μετέχοντες στην γιορτή ανάβουν φωτιά πάνω στην οποία παρασκευάζουν μέσα σε μεγάλη «χύτρα» το Μπουρανί, μια χορτόσουπα από σπανάκι και ξύδι. Μια παραλλαγή από την γιορτή των Ανθεστηρίων «Χύτροι».

 

Ο παραδοσιακός γάμος

Έχει ρίζες από την διονυσιακή γιορτή των Ανθεστηρίων όπου γινόταν συμβολικός Ιερός Γάμος με τον Διόνυσο με νέες οι οποίες δίνανε όρκο αγνότητας. Έπειτα με συνοδεία 14 Σεβασμίων γυναικών «Γεραραί», πήγαιναν στο Λήναιο -τοποθεσία του ιερού του Διονύσου Ληναίου- και εκεί γινότανε η Σύζευξη με τον Διόνυσο «Διονύσου γάμος, τής τού βασιλέως γυναικός και θεού γίνεται γάμος». (Ησύχιος Τόμος Α΄,σελ. 517).

 

Σκοπός ήταν η ανανέωση του πνεύματος της γονιμότητας από χρόνο σε χρόνο. «Ο διονυσιακός θίασος διαμόρφωνε το «Εποχικό Δράμα» Χειμώνας (θάνατος),  Άνοιξη (ανάσταση) το οποίο έπαιρνε την μορφή του «Θείου Δράματος» (θάνατος του Θεού Διονύσου και ανάστασή του)» (Π. Λεκατσάς)

 

Το χριστουγεννιάτικο δένδρο έλατο 

Ο Διόνυσος, ως θεός της βλάστησης, είχε και τους τίτλους Δενδρεύς, Ένδενδρος ή Δενδρίτης (=ως η δύναμη που ενυπάρχει στο δέντρο). Ένα από τα ιερά του φυτά ήταν και το έλατο. Σε νομίσματα και αγγεία του 6ου και του 5ου αιώνα, ένα ολόκληρο έλατο ή ένα κλαδί του παρουσιάζεται σαν διονυσιακό ραβδί στα χέρια των Κενταύρων και των Σατύρων.

 

Οι λαμπάδες του Πάσχα

Ο Βάκχος είχε και το επίθετο Λαμπτήρ, «εκείνος που λάμπει, που φωτίζει». Στην Πελλήνη της Αχαΐας γιόρταζαν προς τιμήν του τα Λαμπτήρια, φέρνοντας τη νύχτα αναμμένες δάδες στο ιερό του (Παυσανίας, 7. 27, 3) – πράγμα που θυμίζει τις λαμπάδες του Πάσχα. Βλέπε επίσης και Λαμπαδηφορίες στο Διονυσιακό Καρναβάλι της Νάξου

 

Τα κόλλυβα

Η τελευταία ημέρα της γιορτής (των Ανθεστηρίων) είχε να κάνει με τους νεκρούς, και ιδιαίτερα με τα κακά πνεύματα, τις «κήρες» ή «κάρες», όπως τις ονόμαζαν οι αρχαίοι. Η ονομασία «χύτροι» προήλθε από τις χύτρες, όπου έβραζαν πανσπερμία (σπόρους δηλαδή διαφόρων καρπών), την οποία και προσέφεραν στο χθόνιο Ερμή εκ μέρους των νεκρών. Κάτι ανάλογο γίνεται και σήμερα με τα κόλλυβα που μοιράζονται το Ψυχοσάββατο, για τις ψυχές των πεθαμένων» Από: https://www.sansimera.gr/articles/1047 Στο τέλος τις ψυχές των νεκρών τις επέστρεφαν στον Άδη με την φράση «φευγάτε ψυχές των νεκρών, τα Ανθεστήρια τελείωσαν»


Η αρθρογράφος Μαρία Χ. Τσώλη στο άρθρο της «Τα Ψυχοσάββατα και οι ρίζες τους στην Αρχαιότητα – Τι ήταν τα «Νεκύσια» που δημοσίευσε το «Βήμα on line» αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής:

 

«Τα κόλλυβα, ένα πολύ παλιό έθιμο με ρίζες στην προ Χριστού εποχή. Η λέξη κόλλυβα έχει αρχαία ελληνική προέλευση. Με τις λέξεις κόλλυβο και κόλλυβα στην αρχή εννοούσαν κάθε είδος μικρού γλυκού από σιτάρι σε σχήμα πίτας ή τα «τρωγάλιζα» και τα «τραγήματα», δηλαδή ξηρούς καρπούς (καρύδια, αμύγδαλα, σταφίδες, φουντούκια, σύκα κ.α.) καθώς και τον «εψητόν σίτον» κατά τον Βυζαντινό λεξικογράφο Σουίδα…

Σημαίνει επίσης κάθε νόμισμα μικρής αξίας, δηλαδή το πολύ λεπτό σε πάχος και αξία νόμισμα. Ο Αριστοφάνης (424 π.Χ) τα νομίσματα τα ονομάζει «Κόλλυβους».

 

Αναφέρεται ότι στα πρώτα χριστιανικά χρόνια υπήρχε το έθιμο να μοιράζουν στα μνημόσυνα, κολλύβους, μικρά δηλαδή νομίσματα, σαν ελεημοσύνη: «ελεημοσύνες υπέρ αυτών που έφυγαν προς τον Κύριο στα μνημόσυνα αυτών». Έτσι κατέληξε να ονομάζουμε και το «σιτάρι», κόλλυβα.

 

Το έθιμο των κόλλυβων είναι πάρα πολύ παλαιό. Οι ρίζες του βρίσκονται στα προ Χριστού ακόμη χρόνια. Το σιτάρι, η κύρια τροφή του ανθρώπινου γένους, ήταν καρπός ιερός για τους αρχαίους προγόνους μας. Στα πολύ γνωστά μας Ελευσίνια Μυστήρια γινόταν σιωπηρή επίδειξη ενός σταχιού. Σε πολλούς ακόμη τάφους οι αρχαίοι προγονοί μας έθαβαν μέσα σε μεγάλα πιθάρια σιτάρι, διότι πίστευαν ακράδαντα στη μεταθανάτια ζωή.»

 

Τα μνημόσυνα 

Τα μνημόσυνα είναι πανάρχαιο έθιμο. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως με δεήσεις, θυσίες και προσφορές ήταν δυνατόν να πετύχουν τη συγγνώμη των Θεών για τα αμαρτήματα των νεκρών (Ιλιάδα Ι 497).

 

Υπήρχαν μάλιστα και ιερείς αγύρτες που επισκέπτονταν τις οικίες των πλουσίων, ισχυριζόμενοι πως είχαν από τους θεούς την εξουσία να συγχωρούν τις αμαρτίες «ζώντων και νεκρών» με κατάλληλες γι΄ αυτές ιεροτελεστίες και θυσίες (Πλάτων, Πολιτεία Β’ 364).

Οι αρχαίοι Έλληνες τελούσαν μνημόσυνο την 3η, την 9η και την 30ή ημέρα από την ημέρα του θανάτου. Το τελευταίο ονομαζόταν «τριακάς» και συνοδευόταν από νεκρόδειπνο. Επίσης μνημόσυνο καλούσαν και στον έναν χρόνο από το θάνατο.

 

Στο Άργος το πρώτο μνημόσυνο γινόταν υπέρ του νεκρού προς τιμή όμως του Απόλλωνα, και αυτό της 30ης προς τιμή του Ερμή.

 

Σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο τελούνταν μνημόσυνα καλούμενα «Νεκύσια» με προσφορές οίνου, ελαίου, αρωμάτων και με θυσία κόκορα ή κότας, χρώματος όμως κατά κανόνα μαύρου. Κατά συνέπεια τα μνημόσυνα των Χριστιανών φαίνεται ότι αποτελούν ιστορική συνέχεια του αρχαίου ελληνικού εθίμου, τόσο στην ουσία τους και στη σχέση τους με το θάνατο, όσο και κατά τις περιόδους τέλεσής τους.» Πηγή: https://www.tovima.gr/.../to-psyxosavvato-kai-oi-rizes.../


Εβίβα

Ακόμη και η λέξη ‘εβίβα’ που συχνά ανταλλάσσεται μεταξύ των συμποτών, όσο και αν μοιάζει, δεν είναι λατινική. Συγκεκριμένα, η προέλευση της είναι αρχαία ελληνική και προέρχεται από τη συναίρεση του βακχικού-διονυσιακού επιφωνήματος «ευοί-ευάν». Για τους αρχαίους σήμαινε κάτι ανάλογο με το υγίαινε ή χαίρε. 

 

Ο Ιταλός ιστορικός Πολύδωρος Βιργίλιος (15ος – 16ος αι.) αναφέρει τα εξής:

 

«Χοροί, μάσκες, παντομίμες, θεατρικά έργα και άλλες τέτοιες χριστουγεννιάτικες διαταράξεις που τώρα συνηθίζουν οι Χριστιανοί προήλθαν από τις ρωμαϊκές γιορτές, τα Σατουρνάλια (γιορτή προς τιμήν του Κρόνου) και τα Βακχανάλια (εορτασμός του Βάκχου). Αυτό θα έπρεπε να κάνει όλους τους ευσεβείς Χριστιανούς να απεχθάνονται αιώνια τέτοια έθιμα.»

 

Φεύγετε των θρησκειών και μην ακολουθείτε ανθρώπους

Χριστός η ζωή ημών

 


 << Επιστροφή στην Αρχική σελίδα